The Homeric Greek word στιβαρός
Word στιβαρός
s t i b a r ο. ς
Transliteration stibaros
Meaning strong, stout, sturdy
Synonyms αἰζήιος, βριαρός, δυνατός, ἴφθιμος, καρτερός, κραταιός, κρατερός, κρατύς, ὄβριμος, παχύς, πηγός, θαλερός, σθεναρός, τρόφις, τροφόεις, εὐπηγής

Comments
Iliad