The Homeric Greek word κατατίθημι
Word κατατίθημι
k a t a t i. tʰ ɛː m i
IPA katatitʰε:mi
Meaning place, put, lay down
Synonyms ἑδράζω, ἐγκατατίθεμαι, ἐπιφέρω, ἐπιτίθημι, καταλέγω, περιτίθημι, συντίθημι, κατακλίνω

Comments
Iliad