The Homeric Greek word νοστέω
Word νοστέω
n o s t e. ɔː
IPA nosteɔː
Meaning go
Synonyms ἐξέρχομαι, ἴσκω, καταβαίνω, κίνυμαι, κίω, νέομαι, νίσσομαι, οἴχομαι, οἰχνέω, περιτέλλομαι, προβλώσκω, στείχω

Comments
Iliad