The Homeric Greek word ἀποκτείνω
Word ἀποκτείνω
ǎ p o k t eːî n ɔː
IPA apokte:nɔː
Meaning kill, slay
Synonyms ἀπόλλυμι, δηιόω, ἐναίρω, καίνω, κατακτείνω, κατέπεφνον, ὀλέκω, σφάζω, κατεναίρομαι

Comments
Iliad